Home > Term: τοπικός στροβιλισμός
τοπικός στροβιλισμός
1. Η στροβιλότητας της γης για το τοπικό ζενίθ. 2. Το ίδιο ως σχετικός στροβιλισµός.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Weather
- Category: Meteorology
- Company: AMS
0
ผู้สร้าง
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)