Home > Term: ακολουθούν ασυμπτωματική εφέ
ακολουθούν ασυμπτωματική εφέ
Βιολογική αλλαγή με ανιχνεύσιμη συμπτώματα ύστερα από έκθεση σε έναν παράγοντα που είναι γνωστό ότι προκαλούν ασθένειες είτε πριν συμβούν συμπτώματα της ασθένειας όταν απουσιάζουν.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
ผู้สร้าง
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)