Home >                  	Term: απορροφητικό  
απορροφητικό
Ένα υλικό το οποίο, λόγω της μια συγγένεια για ορισμένες ουσίες, εκχυλίσματα μία ή περισσότερες τέτοιες ουσίες από ένα υγρό ή αεριώδες μέσο με το οποίο που έρχεται σε επαφή, και φυσικά το οποίο αλλάζει ή και τα δύο, κατά τη διαδικασία.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
 - อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Energy
 - Category: Natural gas
 - Company: AGA
 
 			0   			 		
 ผู้สร้าง
- ml09s5k
 - 100% positive feedback
 
(Leeds, United Kingdom)