Home > Term: σημείο πρόσβασης (AP)
σημείο πρόσβασης (AP)
Ένα σημείο όπου μια συσκευή που συνδέεται σε ένα δίκτυο, όπως ένα τοπικό δίκτυο (LAN) ή στο Internet. Σημείο πρόσβαση μπορεί να γίνει από ένα φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου ή μια υπηρεσία παροχής.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Mobile communications
- Category: Mobile phones
- Company: Nokia
0
ผู้สร้าง
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)