Home > Term: προσαρμοστικότητα
προσαρμοστικότητα
Η ευκολία με την οποία ένα σύστημα ή συστατικό μπορεί να τροποποιηθεί για χρήση σε εφαρμογές ή περιβάλλον΄τα άλλα από αυτά που έχουν ειδικό σχεδιασμό.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
ผู้สร้าง
- KATRAT
- 100% positive feedback