Home > Term: προσαρμογή
προσαρμογή
Προσαρμογή ενός πληθυσμού να αλλάξει περιβάλλον για γενεές, (τουλάχιστον εν μέρει) σχετίζονται με γενετικές αλλαγές που προκύπτουν από την επιλογή που επιβάλλεται από το αλλαγμένο περιβάλλον.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)