Home > Term: αμπικιλλίνη
αμπικιλλίνη
Μια πενικιλίνη που προέρχονται αντιβιοτικό που αποτρέπει την ανάπτυξη των βακτηρίων με την παρεμβολή με τη σύνθεση του κυψελοειδούς τοίχου.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)