Home > Term: μελανιά
μελανιά
Στη μαγειρική, να συντρίψει μερικώς συστατικό προκειμένου να απελευθερώσουν τη γεύση. Μώλωπες ένα σκόρδο γαρίφαλο με την επίπεδη πλευρά του ένα μαχαίρι συντρίβει χωρίς να αποκοπεί.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Culinary arts
- Category: Cooking
- Company: Barrons Educational Series
0
ผู้สร้าง
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)