Home > Term: καταλύτης
καταλύτης
Μια ουσία που επιταχύνει μια χημική αντίδραση, αλλά δεν καταναλώνονται ή αλλάξει στη διαδικασία.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
ผู้สร้าง
- Khrysaor
- 100% positive feedback