Home > Term: καθημερινή χρήση
καθημερινή χρήση
Φυσιολογική δραστηριότητα, κ.λπ.: που συμβαίνουν ή περιοδικές σχετικά με μία φορά την ημέρα. ημερήσιων cf.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: adjective
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Khrysaor
- 100% positive feedback