Home > Term: δερματίτιδας εξ επαφής
δερματίτιδας εξ επαφής
Φλεγμονώδους καταστάσεως του δέρματος που προκύπτουν από δερματική έκθεση σε μια αλλεργιογόνα (ευαισθητοποιητή) ή μια ενοχλητική ουσία (διαβρωτικές, defatting).
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)