Home > Term: διάλεκτος
διάλεκτος
Μια έκδοση της γλώσσας AppleScript που μοιάζει με μια συγκεκριμένη ανθρώπινη γλώσσα ή γλώσσα προγραμματισμού.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Software; Computer
- Category: Operating systems
- Company: Apple
0
ผู้สร้าง
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)