Home > Term: κακόφωνης
κακόφωνης
Τα μέλη του ένα ζευγάρι που δείχνει διαφορετικό, αντί για παρόμοια, χαρακτηριστικά.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)