Home > Term: ECHO
ECHO
(1) Για να επιστρέψετε ένα σήμα που διαβιβάζονται με την προέλευση, συχνά με καθυστέρηση να δείχνουν ότι το σήμα είναι μια αντανάκλαση, αντί για το a original.~(2) επέστρεψε μήνυμα, όπως (1).
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)