Home >  Term: ολοκλήρωση
ολοκλήρωση

1. Του συνδυασμού των επιμέρους συστημάτων, δυνατότητες, λειτουργίες, κ.λπ., να , κατά τρόπο ότι μεμονωμένα στοιχεία μπορούν να λειτουργούν μεμονωμένα ή σε συναυλία χωρίς να επηρεάζουν αρνητικά άλλες στοιχεία. (USSPACECOM) 2. Μαζί με το οριστικό τέλος στοιχείο θέτει διάφορα συστατικά στοιχεία ενός συστήματος.

0 0
  • ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
  • อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Military
  • Category: Missile defense
  • Company: U.S. DOD

ผู้สร้าง

  • Golgotha
  •  (V.I.P) 30507 points
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.