Home > Term: μετάλλαξη
μετάλλαξη
Μια ξαφνική, κληρονομήσιμου αλλαγή σε ένα άτομο που εμφανίζεται ως αποτέλεσμα μια αλλαγή στη δομή του γονιδίου (= μετάλλαξη γονιδίων) · αλλαγές στη δομή των χρωμοσωμάτων (= χρωμοσωμική μετάλλαξη) · ή στον αριθμό των χρωμοσωμάτων (= γονιδιώματος μετάλλαξη).
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Golgotha
- 100% positive feedback