Home > Term: οργανογένεσης
οργανογένεσης
Την έναρξη της τυχαίας ή de novo βλαστοί ή ρίζες από το δείγμα, μεριστήματος ή αναστολή πολιτισμών.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
ผู้สร้าง
- Golgotha
- 100% positive feedback