Home >  Term: oöcyte
oöcyte

Ένα ανώριμο θηλυκό φύλο κελί. Αυτών αυγών πρόδρομα κύτταρα, ή πρωτογενή oöcytes, παράγονται πριν από τη γέννηση. Γίνονται δευτεροβάθμια oöcytes συνήθως μία προς μία, μετά την εφηβεία, όταν οι ορμόνες προκαλούν ωορρηξία.

0 0

ผู้สร้าง

  • eumelia.ganis
  • (Larissa, Greece)

  •  (V.I.P) 22675 points
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.