Home > Term: διαβατήριο
διαβατήριο
Μια κυβέρνηση εξέδωσε έγγραφο που επιτρέπει ο πολίτης μιας χώρας να ταξιδεύουν σε άλλες χώρες. Απαιτείται για όλες τις διεθνείς μετακινήσεις.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Convention
- Category: Conferences
- Company: CIC
0
ผู้สร้าง
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)