Home > Term: προληπτική πολυεπεξεργασία
προληπτική πολυεπεξεργασία
Ένας τύπος πολυεπεξεργασίας με τον οποίο το λειτουργικό σύστημα μπορεί να διακόψει ένα πρόγραμμα σε εξέλιξη για να τρέξει ένα άλλο πρόγραμμα, ανάλογα με το τι απαιτείται. Συγκρίνεται με τη συνεργατική πολυεπεξεργασία.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Software; Computer
- Category: Operating systems
- Company: Apple
0
ผู้สร้าง
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)