Home > Term: προκατάληψη
προκατάληψη
Μια αρνητική στάση απέναντι σε μια ολόκληρη κατηγορία ανθρώπων, όπως η φυλετική ή εθνική μειονότητα.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Sociology
- Category: General sociology
- Company: McGraw-Hill
0
ผู้สร้าง
- Dennaki
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)