Home > Term: ποιότητα
ποιότητα
(1) Ο βαθμός στον οποίο ενός συστήματος, κατασκευαστικού στοιχείου ή διαδικασία πληροί καθοριστεί requirements.~(2) τον βαθμό στον οποίο ενός συστήματος, κατασκευαστικού στοιχείου ή διαδικασία ανταποκρίνεται στις ανάγκες του πελάτη ή χρήστη ή προσδοκίες.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
ผู้สร้าง
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)