Home > Term: έτοιμο
έτοιμο
Όντας σε θέση να χρησιμοποιηθεί για ένα ορισμένο σκοπό ή που ισχύουν σε μια συγκεκριμένη περιοχή.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Mobile communications
- Category: Mobile phones
- Company: Apple
0
ผู้สร้าง
- Maria Christou
- 100% positive feedback