Home > Term: δεσμευμένη λέξη
δεσμευμένη λέξη
Μια λέξη σε μια γλώσσα προγραμματισμού, η σημασία της οποίας καθορίζεται από τους κανόνες της γλώσσας και δεν που, σε ορισμένες ή όλες τις περιστάσεις, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον προγραμματιστή για οποιονδήποτε σκοπό εκτός από την προβλεπόμενη. Παραδείγματα περιλαμβάνουν εάν, στη ΣΥΝΈΧΕΙΑ, ενώ.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
ผู้สร้าง
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)