Home >  Term: resupplying
resupplying

Η πράξη της αναπλήρωση αποθεμάτων προκειμένου να διατηρηθούν τα απαιτούμενα επίπεδα της προσφοράς.

0 0

ผู้สร้าง

© 2025 CSOFT International, Ltd.