Home > Term: γραμμή περίπτερο
γραμμή περίπτερο
Το περίπτερο/πόδι μέσα σε μια γραμμή παρόμοια καμπίνες/πόδι με το εμπρόσθιο άνοιγμα σε ένα διάδρομος και με άλλες πόδι θάλαμοι σε κάθε πλευρά.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Convention
- Category: Conferences
- Company: CIC
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)