Home >  Term: Σεμινάριο
Σεμινάριο

1) Διάλεξη και διάλογο, επιτρέποντας στους συμμετέχοντες να μοιραστούν τις εμπειρίες σε έναν συγκεκριμένο τομέα, υπό την καθοδήγηση ενός ηγέτη εμπειρογνωμόνων συζήτηση. 2) Σε συνεδρίαση ή σειρά συναντήσεων της από 10 στους 50 ειδικούς που έχουν διαφορετικές ειδικές δεξιότητες, αλλά έχουν ένα συγκεκριμένο κοινό συμφέρον και ενώνονται για εκπαιδευτικούς ή μαθησιακούς σκοπούς. Το έργο πρόγραμμα σεμιναρίου έχει το συγκεκριμένο αντικείμενο των εμπλουτισμό των δεξιοτήτων των συμμετεχόντων.

0 0
  • ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
  • อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Convention
  • Category: Conferences
  • Company: CIC

ผู้สร้าง

  • eumelia.ganis
  • (Larissa, Greece)

  •  (V.I.P) 22675 points
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.