Home >  Term: διάφραγμα
διάφραγμα

Το διαμέρισμα το οποίο προβαίνει σε κατάτμηση μιας ευρύτερης περιοχής σε μικρότερες, όπως στη κεντρική κοιλότητα όργανο της ορισμένα Ανθόζωο.

0 0
  • ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
  • อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley

ผู้สร้าง

  • eumelia.ganis
  • (Larissa, Greece)

  •  (V.I.P) 22675 points
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.