Home > Term: Συνδετήρας (ίνες)
Συνδετήρας (ίνες)
Κοντές ίνες κομμένα σε συγκεκριμένου μήκους για να συνεστραμμένου μαζί σε φόρμα μία νήματα για ύφανση και πλέξη σε υφάσματα, ή tufting σε χαλιά. Βαμβακιού, λίνου και μαλλί, υπάρχει μόνο ως συνθετικές ίνες. Από νάυλον και πολυεστέρα είναι διαθέσιμα σε μορφή τεχνητές συνθετικές ίνες.
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
0
ผู้สร้าง
- Khrysaor
- 100% positive feedback