Home > Term: μεταφορά
μεταφορά
(1) Για να στείλετε δεδομένα από μία χώρα και παραλαμβάνετε στην another.~(2) να παραδίδει τον έλεγχο από μία διαδικασία και να αναλαμβάνουν αυτό σε άλλο, είτε με προσδοκία της επιστροφής (βλέπε κλήση) ή χωρίς τέτοια προσδοκία (seejump).
- ส่วนหนึ่งของคำพูด: noun
- อุตสาหกรรม/ขอบเขต: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
ผู้สร้าง
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)